Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2013

Οι ….φυλές…. και το «ποιητικό μου»

Λοιπόν ανίδεε,

Μιας και μας χωρίζουν 35 χρόνια, θα σου πω ιστορίες από τα δικά μου τα φοιτητικά χρόνια.
Αφορμή  γι αυτό ……. Είναι …..το … «μου τη σπάει»…. Κατ΄αρχάς. ….Εμένα δεν μου την «έσπαγαν» τόσα πολλά….. ίσως  γιατί ….. στην δική μου την εποχή….. τα πράγματα στην καθημερινότητα, ήταν ποιο απλά, ποιο ξεκάθαρα ποιο τίμια.

Το δεύτερο λόγο, θα σου τον εξηγήσω στο τέλος.
Στην σχολή λοιπόν είχαμε τις εξεις φυλές.

Πανσπουδαστική. Ήταν το φοιτητικό του ΚΚΕ. Οι γκόμενες κυκλοφορούσαν με φούστα μακριά με καθρεφτάκια, είχαν το πόδι αξύριστο, αντί για τσάντα είχαν ταγάρι όπου από μέσα εξείχε ο «Ριζοσπάστης» διπλωμένος ώστε να φαίνεται ο «ΡΙΖΟΣ». Πουλούσαν τον οδηγητή. Κυκλοφορούσαν σε ομάδες των 5 ή 6, και στην «γυναικοπαρέα» ήταν το πολύ ένας ή δύο «σύντροφοι». Χειμώνα , καλοκαίρι , κυκλοφορούσαν με σανδάλια. Κάπνιζαν «καρέλια άφιλτρα».Σύχναζαν σε «ρεμπετάδικα» .
ΠΑΣΠ. Ήταν το φοιτητικό του ΠΑΣΟΚ. Οι γκόμενες κυκλοφορούσαν κανονικά σαν άνθρωποι. Κυκλοφορούσαν δυο δυο το πολύ και συνοδευόντουσαν από 5 ή 6 μαντραχαλαίους. Σύχναζαν σε μαγαζιά που έπαιζαν τραγούδια του Μπακαλάκου, του μετέπειτα Κοινοτάρχη Ανθούσας. (Σημειωτέον ότι τα τραγούδια του Μπακαλάκου, όταν το «Πασόκ έγινε κυβέρνηση και ο λαός ανέβηκε στην εξουσία» λογοκρίθηκαν από το Πασόκ…… άσχετο με το θέμα μας)

ΠΠΣΠ. Ήταν το φοιτητικό του ΕΚΚΕ. Οι γκόμενες ξεχώριζαν από τις Κνίτισες, γιατί εκτός από την φούστα με τα καθρεφτάκια και την έλλειψη του «Ρίζου», είχαν μουστάκι (δεν έκαναν αποτρίχωση) και είχαν τις μασχάλες αξύριστες. Κυκλοφορούσαν μεμονωμένες. Διάβαζαν το κόκκινο βιβλιαράκι του Μάο, και σε παραδόσεις ή σε συνελεύσεις, μία μόνο αρκούσε για να κάνει μπάχαλο συνέλευση 700 ατόμων. Δεν μιλούσαν τσίριζαν. Οι πι-πι-σι-που-δες, ήταν ο φόβος και ο τρόμος των αρσενικών.
ΔΑΠ. Ήταν το φοιτητικό της Ν.Δ. Οι γκόμενες ξεχώριζαν από το ταγιεράκι και το σωστό πατούμενο. Άχρωμες και άοσμες.

ΣΒΑΤΣ. Δεν υπήρχαν γκόμενες. (τα αρχικά σημαίνει Σεξ, βία, αντικουλτούρα, τσαμπουκάς).
Χριστιανοί. Κυκλοφορούσαν πάντοτε δυο δυο, άτομα του ίδιου φύλου. Οι γκόμενες φορούσαν κάλτσα χειμώνα καλοκαίρι. Ξεχώριζαν από τις πι-πι-σι-πού-δες, γιατί ούτε το βιβλιαράκι του Μάο διάβαζαν , ούτε φορούσαν φούστα με καθρεφτάκια. Προκαλούσαν τον ίδιο τρόμο με τις ΠΠΣΠ,  στα αρσενικά, αλλά για άλλους λόγους. Για τις πι-πι-σι-πού-δες, κυκλοφορούσε η φήμη πως βίαζαν τα αρσενικά, ενώ οι χριστιανές εάν τους έλεγες καλημέρα, την επόμενη στιγμή θα έπρεπε να τις ζητήσεις σε γάμο.

Και τέλος θα αναφερθώ, στην αγαπημένη παράταξη όλων των φοιτητών ανεξαρτήτως ιδεολογίας. Την παράταξη που «ξεπέταξε» και έκανε «άντρες»  πάνω από τον μισό φοιτητόκοσμο της Ελλάδας. Την παράταξη που ήταν η αγαπημένη όλων μας. Την παράταξη της «αγνής» ιδεολογίας. Την παράταξη σύμβολο. Την παράταξη ιδέα. Την παράταξη δημοκρατικός αγώνας. Ναι !!!!!   τον Ρήγα Φεραίο.
Οι Ρηγίτισες ή Ρηγούδες ή Μπαμπίστριες (από το Μπάμπης. Ο Μπάμπης ο Δρακόπουλος – έχει συγχωρεθεί πιά- ήταν ο γραμματέας του ΚΚΕ Εσωτερικού, που προήλθε από την διάσπαση του ΚΚΕ. Ήταν «ρεβιζιονιστές» και «οπορτουνιστές»…… δές τι σημαίνει revision και opportunity ……. Στα αγγλικά).

Οι μπαμπίστριες και οι μπαμπιστές  είναι οι πρόγονοι ή οι σημερινοί μπαμπάδες του Σύριζα.
Οι μπαμπίστριες λοιπόν, έδειχναν γκόμενες φυσιολογικές. Ούτε αξύριστα πόδια, ούτε μασχάλες. Ούτε φούστες με καθρεφτάκια, ούτε σανδάλια. Ούτε καλσόν το καλοκαίρι , ούτε ταγιέρ γενικώς. Ούτε ταγάρι, ούτε φτηνή απομίμηση της λουί βουιτόν. Ούτε βιβλιαράκι του Μάο, ούτε Ριζοσπάστης, ούτε Αυγή, ούτε ο «βίος του Αγίου Παχουμίου».

Το σλόγκαν που ίσχυε στην αρσενικό φοιτητόκοσμο εκείνα τα  στερημένα ανοργασμικά «πέτρινα χρόνια» ήταν:
«άμα θες να χτυπήσεις γκόμενα πήγαινε στο Ρήγα».
Να κάνω μία παρένθεση, και να παραθέσω τους στίχους του Νικόλα του Άσιμου για τους «ρεβιζιονιστές», αφιερωμένο εξαιρετικά σε όλους τους «ρεβιοζιονιστές» και τους «οππορτουνιστές».

Με πείσανε να γίνω ρεβιζιονιστής
Και να γυρίσω δίσκο
Θα ‘ρθει όμως καιρός που κι εσύ θε να πειστείς
Πως έτσι δεν τη βρίσκω.

Τι θα κάνω ήτανε γραφτό
Θέλω δεν το θέλω ότι τραγουδώ
Να το πουλώ να ζήσω
Όταν πάω στον παραγωγό
Πρέπει να βολέψω έτσι το γραφτό
Να του γυαλίσει, για να το πουλήσει
Να ‘χει σαλέπι, για να σας αρέσει
Να έχει θέμα με έρωτα και αίμα
Να είναι λόγια, λόγια κομπολόγια
Να σας καλοκαρδίσω
Για να σας γαλουχήσω.

Κι από χρέος συναδελφικό
Να χαμογελάω στο κοινό
Να του σαλεύω για να το μερεύω
Να του σφυρίζω να το νανουρίζω
Να το φουντώνω να το ξεφουσκώνω
Και στην κομμούνα να είμαι οπορτούνα
Για να σας εκτονώνω
Με πλαίσιο το νόμο.

Δουλειά σου είναι μούπανε να κρύβεις τα τρωτά
Των καθιερωμένων
Για να διατηρήσουμε τα οικονομικά
Των ευαρεστημένων.

Σιγουριά και δόξα το θεώ
Τα καλά στον καπιταλισμό
Είναι πως έχει βίδα.

Άμα πιάσεις το μηχανισμό
Από τ’ αυτιά τον πιάνεις το λαγό
Τον Πελοπίδα τρως με μια τσιμπίδα
Στην Παρθενόπη χαρίζεις ένα τόπι
Και με τα χρόνια γυρνάς μες στα σαλόνια
Ξεχνάς ποια μάνα σε γένναε στο κλάμα
Και του εργάτη καβάλλησες την πλάτη.
Μα θε να πει Αμάν πια
Και πας ες τα κομμάτια
Και άει στα κομμάτια.

Με πείσανε να γίνω ρεβιζιονιστής
Και να γυρίσω δίσκο
Θα ‘ρθει όμως καιρός που κι εσύ θε να πειστείς
Πως έτσι δεν τη βρίσκω.

Αφού λοιπόν κλείσουμε την παρένθεση ανίδεε, -- απλά να σου πω, πως ο Δημοκρατικός Αγώνας είχε πιάσει 20% περίπου στις φοιτητικές εκλογές του 1977.

Πως δούλευαν;
Με παρέες.

Σύχναζαν οι «έμπιστοι» σε μία καφετέρια πρώτα, όπου ο «ινστρούχτορας» ( από το instruction)  τους έδινε την γραμμή, τους ανέλυε θέματα της επικαιρότητας , και τους έδινε επιχειρήματα ιδεολογικά, λογικά , έτοιμα μασημένα.
Μετά οι Μπαμπίστριες ερχόντουσαν στο καφενείο του Θύμιου, δίπλα από την σχολή, όπου μεταξύ καφέ, δηλωτής, και εκδήλωση ανθρώπινου, φιλικού, και γυναικουλίστικου ενδιαφέροντος, έκαναν την «αγκιτάτσια» (από το λατινικό agitator) .
Το βράδυ, κατά κανόνα, είχε ομαδική έξοδο ή σε κάποια μπουάτ (ή είσαι κουλτουριάρης ή δεν είσαι), ή το ποιο συνηθισμένο κάποιο «μικρο-partaki», σε σπίτι «συντρόφου» από την επαρχία.

«ολοι μια παρέα είμαστε, και νάσου το 20% στις φοιτητικές».

Σου είπα αρχικά, για το παρόν «πόνημα» ότι , Το δεύτερο λόγο, θα σου τον εξηγήσω στο τέλος.

Έχω πάει σε ένα σπίτι γνωστό φιλικό. Η θυγατέρα σπουδάστρια, και λίαν προσφάτως , από την συζήτηση προέκυψε , έχει αρχίσει να «πολιτικοποιείται».
Καλά κάνει, και μπράβο της.
Οι προσεγγίσεις της στο λόγο, οι λογική που ακολουθούσε στην συζήτηση μου θύμισαν την «διαλεχτική», των 20 μου φοιτητικών χρόνων της «Νάντιας». (τυχαίο όνομα. ……. Ά ξέχασα …. Οι μπαμπίστριες το Κωνσταντίνα το έκαναν συνήθως Νάντια). ……. Δεν ξέρω …… μα ξαφνικά …. Μου έκανε …..κλικ….. Ρώτα από δώ, ρώτα από εκεί, προέκυψαν………. Και παρέες, ……. Και μικρο-party……

Ανέπτυσσε θέσεις πολιτικές, …… που δεν μπορούσε να τις ….εξηγήσει…. μισή δουλειά   είχε κάνει ο …. «ινστρούχτορας»……
Προσπαθούσα να κρατηθώ να μην γελάσω,

…… δεν γέλασα…….

 Στην επιστροφή στο σπίτι …….. μου ήρθε να ξεράσω

……. Δεν ξέρασα.

(τελικά σήμερα…… με έχει πιάσει το ποιητικό μου….)