Τρίτη 4 Μαρτίου 2014

θλιβερά μονότονοι ....και θλιβερά επαναλαμβανόμενοι...

ηλίθιοι, αφελείς, προδότες......

σας αντιγράφω από την WIKIPEDIA  για τον Τσάμπερλεν......, ΚΑΙ για το σύμφωνο Μολότωφ Ρίμπεντροφ...

οι Γερμανοί.... είναι πάντα Γερμανοί.
βάλτε στην θέση της Πολωνίας την Ουκρανία.
βάλτε στην θέση της Γερμανίας την Γερμανία.
βάλτε στην θέση της Ρωσίας την Ρωσία
βάλτε στην θέση της Αγγλίας την Αγγλία και τις Η.Π.Α.
Βάλτε στην θέση του Χίτλερ την Μέρκελ
Στην θέση του Στάλιν τον Πούτιν,
στην θέση του Μολότωφ τον Λαβρώφ
στην θέση του Ρίμπεντροπ, τον Στάινμαγιερ

..... βάλτε και την πρεμούρα των Γερμανών ..... για κυβέρνηση ....ευρείας συνεργασίας και αποδοχής.....

.....α!!!!!! πριν απο λίγο συναντήθηκαν στην Γενεύη ο Μολότωφ και και Ρίμπεντροπ.... ουπς... συγγνώμη... ο Λαβρώφ και ο Σταιμάγιερ..... ήθελα να πω.....

ποιό είναι το "ελληνικό δράμα"; ... ότι σήμερα δεν υπάρχει ...ΜΕΤΑΞΑΣ....





Η εξωτερική πολιτική του Τσάμπερλεν την δεκαετία του 1930 πέρασε στην ιστορία ως Appeasement Policy (Πολιτική Κατευνασμού). Ο όρος αυτός σημαίνει την προσπάθεια των Βρετανών να κρατήσουν καλές σχέσεις με την ναζιστική Γερμανία. Το1938 υπέγραψε την Συμφωνία του Μονάχου μαζί με την Ιταλία, την Γαλλία και την Γερμανία, με την οποία η Τσεχοσλοβακία θα έδινε τα ανατολικά εδάφη της Σουδητίας στη Γερμανία, υπό τη λογική να μη γίνει εισβολή στην υπόλοιπη χώρα. Εξακολούθησε την προσπάθεια να συμβιβαστεί με τον Χίτλερ όπου του ήταν δυνατό, προκειμένου να αποτρέψει κάθε κίνδυνο πολέμου. Ιστορική έχει μείνει η φράση με την οποία ανακοίνωσε την υπογραφή της Συμφωνίας του Μονάχου, Peace for our time (Ειρήνη στην εποχή μας), η οποία διαψεύσθηκε τραγικά λίγο αργότερα με το ξέσπασμα του Β' Παγκόσμιου Πολέμου.
Μετά από έξι μήνες η Γερμανία παραβίασε την συμφωνία εισβάλλοντας στην Πράγα και προσαρτώντας ολόκληρη την Τσεχοσλοβακία. Ο Τσάμπερλεν άλλαξε τότε την πολιτική του και υπέγραψε συμφωνίες εγγύησης με την Πολωνία, την Ελλάδα, την Ρουμανία και την Τουρκία για την περίπτωση γερμανικής επίθεσης. Στις 3 Σεπτεμβρίου 1939, δύο μέρες μετά την γερμανική επίθεση κατά της Πολωνίας, η κυβέρνηση Τσάμπερλεν αναγκάστηκε να κηρύξει τον πόλεμο κατά της Γερμανίας κι έτσι οΒ' Παγκόσμιος Πόλεμος είχε αρχίσει. Μετά την εισβολή της Γερμανίας στη Νορβηγία και την αποτυχία των βρετανικών στρατευμάτων να αντιμετωπίσουν τα γερμανικά, δέχτηκε πολλές επικρίσεις ακόμα και από βουλευτές του κόμματός του, που ζήτησαν την παραίτησή του. Όταν πλέον η Γερμανία εισέβαλλε και στις Κάτω Χώρες και τη Γαλλία ο Τσάμπερλεν εξαναγκάστηκε σε παραίτηση στις 10 Μαΐου 1940. Την πρωθυπουργία ανέλαβε ο Ουίνστων Τσώρτσιλ, αλλά ο Τσάμπερλεν παρέμεινε μέλος της κυβέρνησης και αρχηγός του Συντηρητικού Κόμματος μέχρι τις 3 Οκτωβρίου οπότε παραιτήθηκε για λόγους υγείας. Πέθανε ακριβώς έξι μήνες μετά την παραίτησή του από την Πρωθυπουργία, στις 10 Νοεμβρίου 1940 από καρκίνο.

Ο όρος Γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο μη Επίθεσης ή Σύμφωνο Μολότωφ - Ρίμπεντροπ (επίσημα: Γερμανοσοβιετική Συνθήκη) χαρακτηρίζει το σύμφωνο μη επίθεσης που υπέγραψαν στις 23 Αυγούστου 1939 στη Μόσχα ο Υπουργός Εξωτερικών της ναζιστικής Γερμανίας Γιοάχιμ φον Ρίμπεντροπ (Joachim von Ribbentrop) και ο Υπουργός Εξωτερικών της Σοβιετικής ΕνώσεωςΒιατσεσλάβ Μιχαήλοβιτς Μολότωφ (Vjačeslav Michajlovič Molotov). Την συνθήκη αυτή επικύρωσε το Ανώτατο Σοβιέτ, οκτώ ημέρες μετά, στις 31 Αυγούστου.

Πολιτικές συνθήκες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ΕΣΣΔ είχε κάνει πρόταση συμμαχίας αλληλοβοήθειας με την Φινλανδία σε περίπτωση προσβολής από την ναζιστική Γερμανία, η οποία απορρίφθηκε. Οι δε Αγγλο-Γάλλοι είχαν ξεκινήσει τις διαπραγματεύσεις με τον Χίτλερ για εισβολή στη Σοβιετική Ένωση και την κατάπνιξη των Μπολσεβίκων και αυτό ήταν προσδοκία και των ΗΠΑ. Είναι χαρακτηριστικό πως μετά την υπογραφή του συμφώνου ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, πρωθυπουργός της Βρετανίας, δήλωσε πως οι ναζί «πρόδωσαν το αντι-Κομιντέρν σύμφωνο και τις αντι-Μπολσεβίκικες συμφωνίες», ενώ η αμερικανική εφημερίδα Νew York Herald Tribune έγραφε πως ο Χίτλερ «δεν κράτησε την υπόσχεσή του να είναι λιοντάρι προς ανατολάς και αρνάκι προς δυσμάς».
Από την πλευρά της ναζιστικής Γερμανίας, ο Χίτλερ, ενώ σχεδίαζε επίθεση κατά της Πολωνίας, ήθελε να αποφύγει με κάθε τρόπο τον πόλεμο των δυο μετώπων, όπως υπήρξε για την Γερμανία ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος του 1914[1].
Υπό αυτές τι συνθήκες, υπεγράφη στις 23 Αυγούστου 1939 το Σύμφωνο μη Επίθεσης μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και της ναζιστικής Γερμανίας. Κατόπιν αυτού, οι ναζί μπορούσαν να ασχοληθούν με την Πολωνία δίχως τον κίνδυνο να τους εμποδίσει η Σοβιετική Ένωση, ενώ η ΕΣΣΔ, η οποία γνώριζε καλά την επιθυμία του Χίτλερ να αποκτήσει «ζωτικό χώρο» για τους Γερμανούς στην ανατολική Ευρώπη για επίθεση στη Σοβιετική Ένωση, κέρδισε χρόνο για να προετοιμάσει τον Κόκκινο Στρατό, την οικονομία της Σοβιετικής Ένωσης καθώς επίσης να κάνει τις απαραίτητες μετεγκαταστάσεις πληθυσμού προς τα ενδότερα της χώρας και για την προστασία τους και για την προστασία των συνόρων από κοινότητες με επικινδυνότητα σύναψης συμμαχίας με τον εχθρό, ώστε να μπορεί να αντισταθεί σε πιθανή επίθεση των ναζιστικών δυνάμεων.[1] Σύμφωνα με τον Ρεϊμόν Καρτιέ, ο μεν Στάλιν υπέγραψε το Σύμφωνο με στόχο να κερδίσει χρόνο και ο Χίτλερ με την εκ των προτέρων απόφαση "να το ξεσχίσει"[1]
Εκ του αποτελέσματος φαίνεται πως αν το Σύμφωνο δεν είχε υπογραφεί, η ΕΣΣΔ θα είχε υποκύψει στα χιτλερικά στρατεύματα.

Περιεχόμενο

Με τη συμφωνία αυτή οι δύο χώρες υποχρεώνονται να μην επιτεθεί η μία στην άλλη. Επίσης καθεμία πρέπει να μείνει ουδέτερη, αν η άλλη αναμιχθεί σε πόλεμο.

Το μυστικό συμπληρωματικό πρωτόκολλο

Λέγεται ότι υπήρξαν μυστικά προσαρτήματα στη συνθήκη αυτή, τα οποία προέβλεπαν ότι:
Ωστόσο αυτή η άποψη δεν είναι καθολικά αποδεκτή, αφού κάτι τέτοιο δεν τεκμηριώνεται από τα πρακτικά της συνάντησης και από τα αποχαρακτηρισμένα πλέον μυστικά έγγραφα της ναζιστικής Γερμανίας και της Σοβιετικής Ένωσης. Η έλλειψη στοιχείων καθιστούν μη αποδείξιμη την υποτιθέμενη συμφωνία, ενώ η υποτιθέμενη μυστικότητα που της προσδίδεται, θεωρείται ότι έχει σκοπό να «ισορροπήσει» τα πράγματα κατά των Σοβιετικών, κάνοντάς την και μη διαψεύσιμη.