Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2014

Ο μικρός


*ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΚΕΙΜΕΝΟ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΣ ΤΙΜΗΝ ΚΑΝΕΝΟΣ ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΔΟΛΟΦΟΝΗΘΕΝΤΑ Ή "ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗ" ,ΟΥΤΕ ΚΑΙ ΑΦΟΡΑ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΥΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟΥΣ ΧΩΡΟΥΣ.


Τι έπεται; Ποιος θα βγει νικητής; Και αν τελικά κάποιος νικήσει ,μετά τι; 


Η γη άρχισε να σειέται. Οι πέτρες κυλούσαν γρήγορα στο φαράγγι εκεί που ο μικρός χωμένος στην γωνιά του περίμενε τον δαιμονικά πλασμένο αγγελιοφόρο του χάους ,να κάνει την εμφάνιση του. Δεν φοβόταν ,δεν νοιαζόταν για τίποτα ,μιας και δεν είχε να χάσει τίποτα. Ήταν μόνο θλιμμένος απογοητευμένος και θυμωμένος. Ο αρνητισμός δεν του άφηνε και πολλά περιθώρια κάποιας νέας σκέψης εναλλακτικής. Στο μυαλό του τριγυρνούσε το παρελθόν. Αυτό το παρελθόν που από παράδεισος έγινε κόλαση. Γεννήθηκε σε μία αγγελικά πλασμένη γη ,και τώρα αργοπεθαίνει βασανιστικά στην φλογερή ακτή του μίσους.


Ο μικρός για πολλούς ,ήταν ένας άνθρωπος μουντός και απόμακρος. Δεν είχε εχθρούς μιας και δεν έδινε σε κανέναν σημασία. Δεν είχε ούτε φίλους γιατί δεν έβαλε ποτέ στο κρασί του νερό. Χαρακτήρας αδαμάντινος ακόρεστος και παιδιάστικα έξυπνος. Ποιος να τα γνωρίζει όμως όλα αυτά. Κανείς δεν έκανε ποτέ τον κόπο να τον γνωρίσει σε βάθος μήτε να ασχοληθεί μαζί του. Αυτός όμως δεν σταμάτησε ποτέ να περπατάει. Διαγράφοντας τον τελικό προορισμό του ,ήξερε με ακρίβεια μέτρου την επόμενη κίνηση του. Όχι του εχθρού ,ούτε και του ξένου. Μόνον την δική του. Εγωιστής θα πουν κάποιοι. Ασυμβίβαστος θα σας ανταπαντήσω και εγώ με την σειρά μου. Ο μικρός έκανε μόνο μικρές στάσεις για να ξαποστάσει και να βάλει στις χούφτες του λίγο νερό. Και μετά πάλι στον δρόμο. Ξεκίνησε φορώντας τα καλά του παπούτσια και τα καθώς πρέπει ρούχα του. Τώρα ,όλα είναι σκισμένα. Τα παπούτσια του τα πέταξε ,μιας και τα πόδια του μεγάλωσαν απότομα και άρχισαν να τον χτυπάνε.


«Στον διάολο να πάτε» ,είπε. «Καλύτερα με κάλους παρά με παρανυχίδες και πιεσμένα δάχτυλα» Τον εκνεύριζε απίστευτα αυτή η πίεση. Προτιμούσε να έχει πληγές παρά να νιώθει πιεσμένος. Περίεργη η φυσική ελευθερία του ανθρώπου.


Σκοτείνιασε. Ο μικρός ξάπλωσε κάτω από το μεγάλο δέντρο μισοκλείνοντας τα μάτια του. Δεν μπορούσε να κοιμηθεί παρά μόνο να ξεκουραστεί. Η επόμενη μέρα θα ήταν δύσκολη για εκείνον.

Και να η μέρα που ένας ασήμαντος και άγνωστος ,αυτός ο μικρός ,έφτασε να κουβαλάει την μοίρα του κατακρεουργημένου γένους στα χέρια του.  Ενώ η γη στα απόμερα της μέρη άνθιζε από ζωή και χαρά ,σταμάτησε να λειτουργεί. Τα πάντα σταμάτησαν να ζουν. Ησυχία νεκρική ξεχύθηκε στο μεγάλο φαράγγι. Το μέλλον του είναι οριστικά προδιαγεγραμμένο. 


Ο θάνατος του ,προς τιμήν του γένους και την φυσικής ελευθερίας θα αποτελέσει την απαρχή του νέου ξεκινήματος για την ολική κάθαρση από τα τέρατα και τις φλογοβόλες ακτές.


Ο μικρός πέθανε. Ο μικρός έχασε από το τέρας. Έχασε γιατί ήταν μόνος. Έχασε γιατί επέλεξε να είναι μόνος. Οι άνθρωποι όμως πήραν το μήνυμα του ,και με μανία ξεχύνονται στα φαράγγια αντί αυτής της νεκρικής σιγής ,με σκοπό την εκδίκηση και την λύτρωση. Ο μικρός και άγνωστος έγινε σημαία και ορισμός της αντίστασης κατά των τεράτων.


Τιμή σε όσους φεύγουν και αλλοίμονο σε όσους μένουν ξοπίσω τους ,να τους θρηνούν.